Οι οικονομικές καταστάσεις παρέχουν στους επενδυτές και στους αναλυτές πληροφορίες σχετικά με την ικανότητα μιας επιχείρησης σχετικά με τη διαχείριση των χρηματοοικονομικών συναλλαγών και το πώς αυτές δημιουργούν αξία.
Το έργο του λογιστή είναι να συγκεντρώνει τις πληροφορίες αυτές για να τις χρησιμοποιήσει κατά τη δημιουργία των οικονομικών καταστάσεων. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν τόσο τα πραγματικά ποσά όσο και τα εκτιμώμενα ποσά.
Οι λογιστικές εκτιμήσεις, απαιτούν από τον λογιστή να καθορίσει ποια είναι η οικονομική αξία, όταν το πραγματικό ποσό είναι άγνωστο.
Επίσης, βελτιώνουν την ακρίβεια των οικονομικών καταστάσεων και αυτό διότι οι επενδυτές και οι αναλυτές λαμβάνουν αποφάσεις με βάση αυτές. Όταν ο λογιστής γνωρίζει ότι συνέβη στις οικονομικές δραστηριότητες, ακόμη και αν το ποσό είναι άγνωστο, αυτό πρέπει να αντανακλάται στις εν λόγω δραστηριότητες. Η εκτίμηση της αξίας των δραστηριοτήτων επιτρέπει να συμπεριληφθεί η επίδραση αυτή στις οικονομικές καταστάσεις.
Για τις λογιστικές εκτιμήσεις ωστόσο είναι χρήσιμο, ο λογιστής να χρειάζεται μια αξιόπιστη βάση για την εκτίμηση των αριθμών. Για αυτό θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ιστορικά στοιχεία ή σχετικά έγγραφα για την εκτίμηση των αριθμών. Τα ιστορικά στοιχεία, παρέχουν μια αξιόπιστη βάση για τους αριθμούς οι οποίοι σπάνια αλλάζουν, εφόσον η επιχείρηση μπορεί και προσαρμόζεται στη διακύμανση των κύκλων της οικονομίας.
Η τεκμηρίωση επίσης παρέχει μια καλή βάση, όταν π.χ. χρησιμοποιείτε μια σύμβαση προμηθευτή για την εκτίμηση. Χρήσιμο επίσης θεωρείται η τήρηση σημειώσεων σχετικά με τη βάση που χρησιμοποιούνται για μελλοντική αναφορά.
Οι λογιστικές εκτιμήσεις περιλαμβάνουν υπολογισμούς αποσβέσεων, αξιώσεις εγγυήσεων ή επισφαλείς απαιτήσεις. Οι αποσβέσεις απαιτούν από τον λογιστή να εκτιμήσει τον αριθμό των ετών του περιουσιακού στοιχείου, το πώς η εταιρεία θα χρησιμοποιήσει το περιουσιακό στοιχείο και την αξία του περιουσιακού στοιχείου κατά το τέλος της ζωής του περιουσιακού στοιχείου.
Οι εκτιμήσεις που αφορούν αξιώσεις εγγυήσεων απαιτούν να εκτιμηθεί ο αριθμός των πελατών που θα υποβάλουν αξιώσεις εγγύησης και το κόστος των επισκευών για κάθε απαίτηση. Ενώ για επισφαλείς απαιτήσεις απαιτούν την εκτίμηση του αριθμού των πελατών που δε θα μπορούν να ανταποκριθούν στο χρέος τους καθώς και της εκτίμηση της αξίας αυτής.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο λογιστής οφείλει να εξετάζει προηγούμενες εκτιμήσεις και τις αναθεωρεί, ενώ θα πρέπει να χρησιμοποιεί τις αναθεωρημένες εκτιμήσεις για τον υπολογισμό έτσι ώστε αρτιότερα να καταρτίσει τις οικονομικές καταστάσεις. Σημαντικό, τέλος, θεωρείται, ότι δεν πρέπει να έχουν υπάρξει μεταβολές σε προηγούμενες εκθέσεις.